17 Νοε 2012

14-10-1974: Πόρισμα Τσέβα για Πολυτεχνείο (2)

II. ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ
Α. ΝΕΚΡΟΙ:
Βαρύς υπήρξεν ο φόρος του αίματος εις νεκρούς και τραυματίας ο καταβληθείς δια την καταστολήν δια την καταστολήν της εξεγέρσεως του Πολυτεχνείου. Και των μεν τραυματιών τον αριθμόν, ήγγισε, μετά βεβαιότητας μάλλον, η έρευνα. Ανεξιχνίαστος, όμως, παραμένει εισέτι ο ακριβής αριθμός των νεκρών. Σύντονοι κατεβλήθησαν προς την κατεύθυσιν ταύτην προοπάθειαι και πέραν των αμέσως η εμμέσως περιερχομένων εις γνώσιν μου έκκλησις δια του Τύπου δημοσία διετυπώθη, όπως καταγγελθώσιν ή αναφερθώσι περιπτώσεις θανάτων ή και εξαφανίσεων ατόμων συνεπεία των γεγονότων του Πολυτεχνείου. Και είναι αληθές ότι ουδέν περιοτατικόν κατηγγέλθη. Δεν αντλείται, όμως εντεύθεν απόδειξις περί ανυπαρξίας τοιούτων. Διότι κατά τη διαδρομήν της ερεύνης εβεβαιώθησαν ή και απλώς επιθανολογήθησαν περιστατικά εδραιούντα παρ' εμοί την πεποίθησιν ότι οι νεκροί εκ των γεγονότων του Πολυτεχνείου υπήρξαν περισσότεροι των επισήμως ανακοινωθέντων. Δι' ο και κατανοώ τα ελατήρια της σιωπής των παθόντων.
Περί πάντων τούτων, όμως, αναλυτικώτερον, ως ακολούθως, αφού προηγουμένως τονισθεί ότι ουδείς απολύτως εκ των σπουδαστών του Πολυτεχνείου εφονεύθη κατά το ανωτέρω τριήμερον (οράτε υπ' αριθμ. 33437 /11.10.74 έγγραφον της Συγκλήτου του Πολυτεχνείου προς υμάς).
α) Επισήμως ανακοινωθέντες νεκροί είναι οι ακόλουθοι:
1. Διομήδης Ιωάννου Κομνηνός, ετών 17, μαθητής. Εφονεύθη έξωθιτου Πολυτεχνείου περί ώρα 22.15' της 16.11.73. Βασίμως πιθανολογείται ότι δράστης του φόνου τούτου είναι ο προεκτεθείς Συνταγματάρχης.
2. Βασίλειος Παναγιώτου Φαμέλλος, ετών 26. Εφονεύθη εγγύς του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως περί ώρα 22.30' της 16.11.73, βληθείς προφανώς υπό τίνος των εκ του υπουργείου πυροβολούντων.
3. Toril Engelend, σπουδάστρια, Νορβηγίς. Εφονεύθη εις την πλατείαν Αιγύπτου περί ώρα 23.30'της 16.11.1973 παρ' αγνώστου δράστου.
4. Γεώργιος Ανδρέου Σαμούρης, σπουδαστής, ετών 22. Εφονεύθη υπ' αγνώστου εις άγνωστον σημείον εξ επαφής περί το μεσονύκτιον της 16.11.1973 και το πτώμα του μετεφέρθη και απερρίφθη εις την διασταύρωσιν των οδών Καλλιδρομίου και Ζωσιμάδων (Κατάθεσις υπ' αριθμ. 137).
5. Αλέξανδρος Ευστρατίου Σπαρτίδης, ετών 16, μαθητής. Εφονεύθη επί της οδού Κότσικα (παρόδου Πατησίων) την 10.20 ώραν της 17.11.1973, βληθείς υπό στρατιωτών εκ του κτιρίου του ΟΤΕ.
6. Μάρκος Δημητρίου Καραμάνης, ετών 23. Εφονεύθη ευρισκόμενος εις την επί της οδού Πατησίων και Αιγύπτου 1 πολυκατοικίαν την 10.30 ώραν της 17.11.1973, βληθείς ομοίως υπό στρατιωτών εκ του κτιρίου του ΟΤΕ.
7. Βασίλειος Καράκας, Τούρκος υπήκοος, ετών 43. Εφονεύθη εις την πλατείαν Αιγύπτου περί ώραν 13.00' της 17.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος μάχης.
8. Δημήτριος Θεοφ. Θεοδώρας, ετών 6. Εφονεύθη επί της οδού Ορεινής Ταξιαρχίας Ζωγράφου περί ώραν 13.30 της 17.11.1973, βληθείς υπό στρατιώτου ευρισκομένου έμπροσθεν του Ναού του Αγίου Θεράποντος.
9. Βασιλική Φωτίου Μπεκιάρη, ετών 17. Εφονεύθη ευρισκομένη εις την ταράτσα της επί της οδού Μεταγένους 8 - Νέος Κόσμος οικίας της περί ώρα 12.30' της 17.11.1973, δεχθείσα εις την κεφαλήν της βλήμα αδέσποτον άρματος.
10. Γεώργιος Αλεξάνδρου Γεριτσίδης, ετών 48, εφοριακός υπάλληλος. Εφονεύθη ευρισκόμενος εν Ν. Λιοσίοις προς εκτέλεσιν υπηρεσίας περί ώραν 12.15' της 17.11.1973 δεχθείς ομοίως βλήμα αδέσποτον άρματος μάχης εις την κεφαλήν.
11. Νικόλαος Πέτρου Μαρκουλής, ετών 25. Εφονεύθη παρά την πλατείαν Βάθης περί ώραν 11.00'της 17.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος μάχης.
12. Στυλιανός Αγαμ. Καραγεώργης, ετών 19, εργάτης. Ετραυματίσθη θανασίμως επί της οδού Πατησίων, έμπροσθεν του κινηματογράφου ΕΛΛΗΝΙΣ, περί ώρα 10.00'της 17.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος και απεβίωσεν εις το ΚΑΤ την 30.11.1973.
13. Ανδρέας Στεργίου Κουμπος, ετών 63. Ετραυματίσθη σοβαρώς διερχόμενος την οδό Καποδιστρίου περί ώρα 14.00' της 18.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου άρματος και απεβίωσε την 30.1.1974.
14. Μιχαήλ Δημήτριου Μυρογιάννης, ετών 20. Εφονεύθη εις την διασταύρωσιν των οδών Πατησίων και Στουρνάρα περί ώραν 13.30' της 18.11.73, βληθείς δια περιστρόφου εις την κεφαλήν και
15. Κυριάκος Δημητρίου Παντελάκης, ετών 45, δικηγόρος. Ετραυματίσθη σοβαρώς επί της οδού Γλάδστωνος περί ώραν 12.40' της 18.11.1973, βληθείς εκ διερχομένου επί της οδού Πατησίων άρματος και απεβίωσεν την 18.12.1973.
β) Νεκροί πλήρως βεβαιωθέντες:
1. Σπύρος Κοντομάρης, δικηγόρος. Απεβίωσεν τας απογευματινός ώρας της 16.11.73 ευρισκόμενος επί της οδού Γεωργίου Σταύρου, συνέπεια θανατηφόρου επενέργειας των ριπτομένων υπό της αστυνομίας αερίων (κατάθ. υπ' αριθμ. 93).
2. Αικατερίνη Αργυροπούλου, ετών 75. Ετραυματίσθη σοβαρώς ενώ ευρίσκετο εις την εν Αγ. Αναργύροις οικίαν της περί ώραν 11.00' της 17.11.1973, δεχθείσα αδέσποτον βλήμα άρματος και απεβίωσεν κατά μήνα Μάιον 1974 και
3. Δημήτριος Παπαϊωάννου, ετών 60, ιδιωτικός υπάλληλος. Απεβίωσεν την μεσημβρίαν της 17.11.1973 εκ προσφάτου εμφράγματος του μυοκαρδίου κατά την ιατροδικαστικήν έκθεσιν σοβαρώς όμως, υπό της συζύγου του αμφισβητούμενης και υποστηριζούοης ότι ο σύζυγος της απεβίωσεν είτε βληθείς δι' όπλου, είτε υποστάς συγκοπήν εκ των ριπτομένων αερίων, καταθεσάσης δε ότι μόνον εις το Νεκροταφείον της επετράπη να πλησιάσει απλώς και να ατενίσει το πρόσωπον του νεκρού συζύγου της.
γ) Νεκροί βασίμως προκύπτοντες:
1. Ο ιατρός - χειρουργός Γεώργιος Γρηγοριάδης, μετά λόγου γνώσεως καταθέτει ότι ο ίδιος προσωπικώς αντελήφθη και διεπίστωσεν ιατρικώς τον θάνατον (2) δύο αγνώστων νέων, πληγέντων: Του μεν ενός εις την πλατείαν Βικτωρίας περί ώραν 11.00' της 17.11.1973 δια βλήματος περιστρόφου υπό Ανθυπασπιστού της Χωροφυλακής ριφθέντος, του δε ετέρου εις την οδόν Γ Σεπτεμβρίου περί ώραν 12.00' της 18.11.1973 δια βλήματος διερχομένου άρματος (κατάθ. υπ' αριθμ. 25).
2. Η μάρτυς Παναγ. Παπακυριακού καταθέτει περί θανάσιμου τραυματισμού μικράς κορασίδος, ηλικίας 9 περίπου ετών, εις την γωνίαν των οδών Πατησίων και Κλωναρίδου περί ώραν 14.00 της 17.1.1.1973 εκ βλημάτων διερχομένου άρματος, εξ ων και η ιδία ετραυματίσθη βαρύτατα (κατάθ. υπ' αριθμ. 168).
3. Ο φοιτητής Λεωνίδας Ανωμερίτης, καταθέτει περί θανάσιμου τραυματισμού νεαράς μαθήτριας, εντός του χώρου του Πολυτεχνείου ευρισκόμενης, περί ώρα 11.45' της 16.11.1973, δια βλήματος ριφθέντος εκ του εκτός του Πολυτεχνείου χώρου (κατάθ. υπ. αριθμ. 32).
4. Ο Φαρμακοποιός Αλέξανδρος Παναγόπουλος καταθέτει ότι, ότε προ του μεσονυχτίου της Παρασκευής 16.11.1973, επεσκέφθη μετά της συζύγου του το Πολυτεχνείον προς παροχήν υπηρεσιών εις τους τραυματίας και εισήλθεν εις το αυτόθι υπάρχον πρόχειρον ιατρείον, ιδίοις όμμασιν αντελήφθη την ύπαρξιν (3) τριών νεκρών και μιας γυναικός θανασίμως τραυματισθείσης, τα τραύματα των οποίων σαφώς περιγράφει. Προσθέτει δε ότι εκ μελών της Συντονιστικής Επιτροπής Φοιτητών έλαβε την πληροφορίαν ότι είχαν και οκτώ (8) εισέτι νεκρούς, τα πτώματα των οποίων είχον τοποθετηθεί και εφυλάσσοντο εις παρακείμενον χώρον ίνα μη υποπέσουν εις αντίληψιν των σπουδαστών και προκληθή πανικός (κατάθ. υπ' αριθμ. 245).
5. Περί των ανωτέρω νεκρών σαφώς καταθέτουν και σπουδασταί, μέλη της Συντονιοτικής Επιτροπής, οι οποίοι και περιγράφουν με ενάργειαν τα τραύματα τα οποία έκαστος των νεκρών συναδέλφων των έφερεν (Οράτε καταθέσεις υπ' αριθμ. 41,45 και 217). Και ναι μεν ο εις εκ των ανωτέρω μαρτύρων (217) καταθέτει και περί τα είκοσι δύο (22) πτωμάτων, άτινα ο ίδιος ούτος προσωπικώς αντελήφθη, περιστατικόν όπερ δεν επεβεβαιώθη, πλην σοβαροί διάτην αλήθειαν των κατατιθεμένων προκύπτουν ενδείξεις εκ της προεκτεθείσης καταθέσεως Αλέξ. Παναγοπούλου, όστις και αναφέρει ότι αντελήφθη θάλαμον υπό του περιβόητου Πίμπα - πράκτορας της ΚΥΠ (κατάθ. υπ' αριθμ. 29 και 176 μετά μαγνητοταινίας) - φρουρούμενον, εις ον υπήρχον άνθρωποι δήθεν κοιμώμενοι, ων, όμως, η στάσις και η όλη εμφάνισις εις πολλάς τον ανωτέρω μάρτυρα ενέβαλεν υποψίας (οράτε κατάθεσιν). Ανακήπτει βεβαίως το ερώτημα τι εγένοντο οι νεκροί αυτοί και σοβαρά δια τους αντιλέγοντας αντλούνται εντεύθεν επιχειρήματα. Όμως προσφέρουν ίσως απάντησιν τα υπό των φυλάκων του νεκροθαλάμου του Ρυθμιστικού Κέντρου Αθηνών κατατιθέμενα. Ο μεν Νικ. Νίκας καταθέτει ότι κατά την διάρκειαν της υπηρεσίας του μέχρι της 23.00' ώρας της 16.11.1973 παρέλαβε και ετοποθέτησε εις τον νεκροθάλαμον επτά (7) πτώματα νέων ανδρών, ηλικίας 22-25 ετών, τα οποία δεν συνωδεύοντο από πιοτοποιητικόν θανάτου και κάρταν περί της ταυτότητος του νεκρού (κατάθ. υπ' αριθμ. 80).
Ο εκ του ανωτέρω παραλαβών ακολούθως υπηρεσίαν Ιωάννης Μάρας, καταθέτει ότι από της 23.00' ώρας της 16.11.1973 μέχρι 7.00' της 17.11.1973 παρέλαβεν και ετοποθέτησεν εις τον νεκροθάλαμον επτά (7) πτώματα, νέων ομοίως ανδρών, ηλικίας 20-35 ετών, έκτων οποίων τα τέσσερα (4) ήταν αγνώστου ταυτότητος (κατάθ. υπ' αριθμ. 89). Και ούτω κατά την τραγικήν εκείνην νύχτα των γεγονότων, 16 προς 17 Νοεμβρίου 1973, ένδεκα (11) πτώματα αγνώστων νέων διακομίζονται εις το Ρυθμιστικόν Κέντρον Αθηνών, άτινα, όμως, πλην ενός (κατά τα επίσημα στοιχεία του Νοσοκομείου) ουδαμού εμφανίζονται, ούτε καταχωρίζονται! Και η ανυπαρξία επισήμων στοιχείων εν τω Νοσοκομείω δεν αποδεικνύει βεβαίως την ανυπαρξίαν πτωμάτων, διότι αι καταθέσεις είναι κατηγορηματικοί και σαφείς και πλήρως εκ της ερεύνης εβεβαιώθη ότι ουδεμία εγένετο επίσημος εγγραφή του πλήθους των εισαγομένων τότε τραυματιών εις το Γενικόν βιβλίον της πύλης. Μόνον οι αυτόθι ευρισκόμενοι αστυνομικοί εμερίμνων δια τα καθ' εαυτούς περί τούτου και τα υπ' αυτών συλλεγέντα στοιχεία, κατά το μάλλον ακριβή, μετά των εν συνεχεία εις τα βιβλία των κλινικών του Νοσοκομείου εγγραφών, προσέφεραν ημίν αποδείξεις περί του αριθμού των διακομισθέντων εις το Ρυθμιστικόν τραυματιών! Θα ήτο μάταιον επομένως να ερευνηθή περαιτέρω, μολονότι επεχειρήθη, τι εγένοντο οι νεκροί ούτοι! Επισημαίνομεν μόνον το πρόβλημα και τονίζομεν ότι τα υπό των ανωτέρω κατατιθέμενα πλήρως εναρμονίζονται προς τα υπό των σπουδαστών υποστηριζόμενα ως προς τον αριθμόν των δέκα (10) περίπου νεκρών.
6. Πλήρως εκ των εκτεθέντων εβεβαιώθη η εν ψυχρώ δολοφονία νέου ανδρός εις το Ρυθμιστικόν Κέντρον Αθηνών υπό των αυτόθι υπηρετούντων, κατά την τραγικήν αυτήν νύκτα, αστυνομικών (καταθέσεις υπ' αριθμ. 69, 70, 77, 79, 86 και 94), αλλά και δευτέρα τοιαύτη θανατώσεως τραυματίου συνεπεία ξυλοδαρμού, εις χείρας του ιατρού χειρουργού Λέων. Παπασταματίου (κατάθ. υπ' αριθμ. 86) αποβιώσαντος. Τι εγένοντο οι δύο (2) ούτοι νεκροί; Διότι είναι πλήρως βεβαιωμένον ότι ουδείς εξ αυτών ευρίσκεται εις τον κατάλογον των εξ (6) επισήμων νεκρών του Ρυθμιστικού, εξ ων μάλιστα μόνον εις (ο άγνωστος αρχικώς και γνωστός ακολούθως Βασ. Φαμέλλος) διεκομίσθη κατά τον επίμαχον χρόνον της νυκτός της 16ης προς 17ην Νεομβρίου 1973. Επίτασις της αγωνίας εκ του τιθεμένου προβλήματος! Δι' ο και ο προεκτεθείς ιατρός - χειρουργός, προσωπικώς παρακολουθήσας τα γεγονότα εις το Ρυθμιστικόν και εις την επιχείρηση/ σωτηρίας, συμμετασχών ειδικώς περί του αριθμού των εν τω Ρυθμιστικοί νεκρών εκ των γεγονότων του Πολυτεχνείου ερωτηθείς, καταθέτει ότι πρέπει ν' ανέρχωνται εις είκοσι (20) ή είκοσι πέντε (25) και αιτιολογεί διατί (Οράτε κατάθεσιν ομοίως και τας 47 και 98). Εκ των εκτεθέντων δήλον καθίσταται ότι εις τους καταλόγους των επισήμως ανακοινωθέντων δέκα πέντε (15) νεκρών και υπό της ερεύνης βεβαιωθέντων τριών (3) τοιούτων δέον να προστεθούν και έτεροι δέκα έξι (16) τουλάχιστον βασίμως προκύπτοντες, οίτινες, τονιστέον και πάλι, ουδεμίαν έχουν, ως προς την ταυτότητα, σχέσιν με τους επισήμως ανακοινωθέντος. Παραμένει βεβαίως πάντοτε το ερώτημα: Τι εγένοντο τα πτώματα των νεκρών τούτων και διατί οι οικείοι των εξακολουθητικώς σιωπούν; Δεν είναι εύκολος η απάντησις εις τον χαράσσοντα τας γραμμάς ταύτας. Είναι υποχρέωσις, όμως, η έναντι του προβλήματος θέσις και η κατανόησις των ανερμήνευτων ή αδυνάτων. (Οράτε σχετικώς κατάθεσιν Δημ. Πίμπα, υπ. αριθμ. 71).
δ) Νεκροί εκ διαδόσεων πιθανολογούμενοι:
Πολλά τω όντι περί μεγάλου αριθμού νεκρών διαδίδονται και θρυλούνται. Διάφοροι κατάλογοι περί τούτων κυκλοφορούν, δύο των οποίων αναφερόντες ονόματα νεκρών 46 και 59, αντιστοίχως, περιήλθαν εις χείρας μου και απετέλεσαν αντικείμενον ειδικής, επισταμένης και αγωνιώδους ερεύνης. Αμφότεροι εκυκλοφόρησαν το πρώτον εις την αλλοδαπήν και ο εις εξ αυτών επιμέλεια πολλών γνωστών Ελλήνων, εις το εξωτερικόν κατά την εποχήν της Δικτατορίας ευρισκομένων. Είναι αμφότεροι ελλιπείς κατά τα στοιχεία των και η επ' αυτών έρευνα εις ουδέν το συγκεκριμένον απέληξε. Βεβαίως ο πρώτος αυτών κατετέθη παρά προσώπου λίαν αξιόπιστου, βεβαιώσαντος περί της σοβαρότητος της ερεύνης και της εγκυρότητος των πορισμάτων αυτής εν τη αναγραφή των ονομάτων του καταλόγου. Εξ ουδενός, όμως, ετέρου στοιχείου ενισχύθη η άποψις αυτή και των αναγραφομένων ονομάτων η συμπλήρωσις δεν επετεύχθη, ίνα διευκλυνθή ακολούθως η έρευνα εν τη αναζητήσει της αληθείας. Ο έτερος των καταλόγων κατά πολύ ελλιπέστερος εμφανίζεται κατά το περιεχόμενόν του και ουδέν ουδαμόθεν προσφέρεται προς επιβεβαίωσίν του.
Ο υιοθετήσας τούτον μάρτυς επί της υποθέσεως και μηνυτής Γρηγόριος Παπαδάτος, ειδικώς εφ' ημών κληθείς όπως προσκόμιση ή κατονομάση έστω στοιχεία ενισχυτικά των απόψεων του, ουδέν περί του αντικειμένου τούτου κατέθεσεν. Σοβαρώς εξ ετέρου εκ της ερεύνης ημών επιθανολογήθη ότι εξ (6) εκ των αυτώ αναφερομένων ονομάτων αφορούν τους τραυματίας των γεγονότων, ενώ πλήρως εβεβαιώθη ότι όνομα αναμφισβητήτως νεκρού, του Αλεξ. Σπαρτίδη, δεν αναφέρεται εν αυτών (οράτε το από 20.7.74 ενημερωτικόν σημείωμα Γεν. Ασφαλείας και της υπ' αριθμ. 51075 Φ. 680 /15 /14.10.74 αναφοράν της προς υμάς). Ουδείς βεβαίως δύναται να αποκλείση το ενδεχόμενον μήνυμα αληθείας εκ των καταλόγων τούτων να εκπορεύεται και πολλοί ή και άπαντες οι προαναφερθέντες, αριθμητικώς μόνον ως βασίμως προκύπτοντες, νεκροί να αποτελούν μέλη των εν αυτοίς αναγραφομένων ομάδων ή και να αναφέρονται εις αυτούς αι υπό ετέρων μαρτύρων κατατιθέμενοι, ανεπιβεβαίωτοι όμως παραμένουσαι περιπτώσεις πιθανών νεκρών (οράτε καταθέσεις υπ' αριθμ. 183, 209, 218, 255, 50 και 55). Τα ενδεχόμενα όμως ταύτα πόρρω αφίστανται του ασφαλούς και βέβαιου, όπερ και μόνον δύναται να αποτελέση στοιχείον αποδεικτικόν. Οίκοθεν νοείται ότι η αυτή προσήκει απάντησις και υπεύθυνος θέσις και έναντι των περί υπάρξεως ομαδικών τάφων διαθρυλουμένων, μολονότι σκληρά δια τον γράφοντα υπήρξε δοκιμασία η λήψις της καταθέσεως ατόμου, στρατιώτου όντος κατά την ερευνωμένην περίοδον, όστις, δια των κατατεθέντων του και της όλης του τραγικής - αληθώς - εμφανίσεως, πολλάς και συγκλονιστικός μοι προεκάλεσεν ανησυχίας και απορίας (κατάθεσις υπ' αριθμ. 190).
Β. ΤΡΑΥΜΑΤΙΑΙ:
Είναι αληθώς μέγας ο αριθμός των τραυματιών. Κατά τα υπό της ερεύνης ημών συλλεγέντα στοιχεία και δη τας υπό των Νοσοκομείων, Κλινικών και Ιατρών υποβληθείσας καταστάσεις, οι επισήμως γνωσθέντες τραυματίαι του από 16ης μέχρι και 19ης Νοεμβρίου 1973 αιματηρού τριημέρου ανέρχονται εις χίλιους εκατόν τρεις (1.103) πολίτας και 61 αστυνομικούς. Εις τούτους δέον να προστεθούν και ανεξακρίβωτον πλήθος ετέρων πολιτών οίτινες ή εφυγαδεύοντο υπό των ιατρών ή ενοσηλεύοντο οίκοι, ή και ουδαμού προς νοσηλείαν κατέφευγαν, φοβούμενοι προφανώς δυσάρεστους δι' αυτούς ή τας οικογενείας των εξελίξεις. Τα πλήρη στοιχεία ταυτότητος των τραυματιών τούτων απολύτως βεβαιούνται εκ των υποβληθεισών τη ερεύνη και συνημμένων τη παρούση σχετικών καταστάσεων. Ελαχίστων εκ των τραυματιών τούτων ελήφθησαν καταθέσεις, καθ' όσον η εξέτασις απάντων θα απήτει χρόνον μακρόν, η διάθεσις του οποίου κείται εκτός των πλαισίων της υπ' εμού ενεργηθείσης προκαταρκτικής ερεύνης.
Γ. ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΑΙ ΚΑΙ ΦΘΟΡΑΙ:
Θλιβερός και προς την κατεύθυνσιν ταύτην υπήρξεν των ερευνωμένων γεγονότων ο απολογισμός εντός και εκτός του Πολυτεχνείου. Και δια τας μεν εντός του Πολυτεχνείου καταστροφάς και φθοράς συνετάγη η από 18.11.73 έκθεσις των συναδέλφων Εισαγγελέων Πρωτοδικών Ιωάννου Κυριαζή και Βασιλείου Παπά, ήτις και εμπεριέχει συγκεκριμένος, κατά περιγραφήν, όμως μόνον και ουχί κατ' εκτίμησιν, διαπιστώσεις, ως προς δε τας εκτός του Πολυτεχνείου τοιαύτας προέβησαν εις απολογισμόν τα κατά περιφερείας αρμόδια Αστυνομικά Τμήματα, αι διαπιστώσεις των οποίων εμπεριέχονται εις το παράρτημα Α' της υπ' αριθμ. 18148 Φ. 650.10/21.11.73 αναφοράς της Αστυνομικής Διευθύνσεως Αθηνών προς το υπουργείον Δημοσίας Τάξεως (οράτε τα στοιχεία ταύτα). Αναγκαίον ήδη καθίσταται όπως εις τα πλαίσια της παρούσης ερεύνης και επί τω τέλει της και επί του παρόντος αντικειμένου διακριβώσεως αξιοποίνων πράξεων, μη εμπιπτουσών εις την δια του Π.Δ. 519/74 αμνηστίαν, ως και της επισημάνσεως δραστών, ύπαρξη συγκεκριμένη και υπεύθυνος θέσις, ίνα ακολούθως ενεργηθούν τα περαιτέρω νόμιμα. Εντονίσθη ανωτέρω και είναι πεποίθησις του γράφοντος εκ της εκτιμήσεως των ανά χείρας στοιχείων απορρέουσα ότι πλήθος εξωφοιτητικών στοιχείων και πράκτορες μυστικών και άλλων υπηρεσιών ευρίσκοντο μεταξύ των σπουδαστών εντός και εκτός του Πολυτεχνείου κατά το περί ου πρόκειται αιματηρόν προσιδιάζουσα, αλλ' ηρωική αληθώς η προσπάθεια των σπουδαστών να διαφυλάξουν, προστατεύσουν να περιφρουρήσουν το ίδρυμα και τα περιουσιακά του στοιχεία. Είναι ομόθυμος, συγκινητική και λίαν αποκαλυπτική η επί του θέματος τούτου θέσις απάντων των εξετασθέντων καθηγητών του Πολυτεχνείου. Προσωπικώς πολλοί εξ αυτών διεπίστωσαν την ανησυχίαν και αληθή αγωνίαν των σπουδαστών να προστατεύσουν το ίδρυμα, αίτινες και υλοποιήθησαν εις λήψιν συγκεκριμένων υπ' αυτών μέτρων.
Ειδικοί πινακίδες εφιλοτεχνήθησαν και ανηρτήθησαν εις τας θύρας εργαστηρίων διάτων φράσεων: «Συνάδελφοι προσοχή» και «απαγορεύεται η είσοδος» και σκοποί ειδικώς προ αυτών ετοποθετήθησαν. «Προσωπικώς - γνωρίζω - καταθέτει ο καθηγητής Θεόδωρος Σκουλικίδης - ότι οι σπουδαοταί εφρούρουν οι ίδιοι τα εργαστήρια, έναντι ξένων στοιχείων που επεχείρησαν να εισδύσουν εντός αυτών και μέχρι της 4ης απογευματινής της 16.11.73 ουδεμία απολύτως ζημία ή φθορά είχε προκληθή εις αυτά. Πεποίθησις μου είναι ότι αι εμφανισθείσαι εις το ίδρυμα ζημίαι και διατυμπανισθείσαι, αφ' ενός δεν ήσαν όσαι ανεκοινώθησαν, ως επισήμως εβεβαιώθη υπό ειδικής επιτροπής εκ καθηγητών, αφ' ετέρου δε προεκλήθησαν υπό στοιχείων ξένων προς τους οπουδαστάς. Επί του σημείου τούτου είμαι κατηγορηματικός, διότι γνωρίζω την ανωτερότητα, την ωριμότητα και τον σεβασμόν των σπουδαστών προς το ίδρυμα» (κατάθεσις υπ' αριθμ. 10). Υπό το αυτό πνεύμα και μετά κατηγορηματικότητος καταθέτουν ο πρύτανις Κων. Κονοφάγος και οι καθηγηταί: Περ. Θεοχάρης, Παν. Λαδόπουλος, Γεώργιος Βέης, Νικόλαος Κουμούτσος, Παύλος Σακελλαρίδης, Θεοχ. Πολυχρονόπουλος και ο Επιμελητής Βασίλειος Ιατρίδης. Ο τελευταίος μάλιστα ούτος, προσωπικώς μοχθήσας και μετά των σπουδαστών συνεργασθείς δια την προστασίαν του ιδρύματος και την περιφρούρησιν των περιουσιακών του στοιχείων, αναλυτικώς εις ειδικόν υπόμνημα εξιστορεί την ηρωικήν ταύτην προσπάθειαν και επιλέγει ότι «εγκατέλειψα το Πολυτεχνείον περί ώραν 22.15' αφήνοντας τα πάντα εις την αυτήν κατάστασιν εις ην τα εύρον την Πέμπτην το πρωί» (οράτε καταθέσεις, υπ' αριθμ. 10, 11, 12, 16, 22, 37, 39, 132 και 175). Και περί πάντων τούτων καταθέτουν διακεκριμένοι ακαδημαϊκοί διδάσκαλοι και η μαρτυρία των προς την αλήθειαν αναμφισβητήτως στοιχείται. Δι' ο και είναι εύλογον, στοιχειώδους, καλής πίστεως επακόλουθον, να σκεφθή τις περαιτέρω ότι εάν τοιούτον πνεύμα ανωτερότητας και πολιτισμού εχαρακτήριζε τας εκδηλώσεις των σπουδαστών μέχρι της ως είρηται ώρας, θα ήτο ψυχολογικώς αδιανόητον και πραγματικώς αδύνατον το ούτω πως εκδηλώθεν υψηλόν αγωνιστικόν ήθος να μεταβληθή την υστάτην στιγμήν, ότε ο φόβος πλέον συνείχε τα πάντα, εις βάρβαρον ηροστράτειον μένος.
Αλλά και δια τον παραμένοντα τυχόν δύσπιστον και μεμψίμοιρον υφίσταται και ετέρα, καταλυτική πάσης αμφιβολίας απάντησις. Προέρχεται εκ της καταθέσεως του καθηγητού Θεοχ. Πολυχρονοπούλου η εξής: Την πρωίαν του Σαββάτου 17.11.73, ότε οι «βάνδαλοι» είχον εκδιωχθή του Πολυτεχνείου, επεσκέφθη το γραφείον του και με πολλήν ικανοποίησιν και ανακούφισν διεπίστωσεν ότι «δεν είχεν υποστή ζημίας εκ των γεγονότων και τα προσωπικά του αντικείμενα ευρίσκοντο εις τας θέσεις των». Ότε όμως μετά μίαν εβδομάδα μετά την υπό των Αρχών Παράδοσιν του Πολυτεχνείου εις την Σύγκλητον, επεσκέφθη και πάλιν το γραφείον του ευρέθη προ καταστάσεως εντελώς διαφόρου και αντιθέτου της προηγουμένης. Πολλά προσωπικά του αντικείμενα και υπηρεσιακά τοιαύτα, όπως εις προβολεύς διαφανειών, είχον εξαφανισθή και «ενώπιον του παρουσιάσθη εικών γραφείου λεηλατημένου»! Ποιοι άραγε είναι οι δράσται του βανδαλισμού τούτου; Όχι βεβαίως οι οπουδασταί, οίτινες εις την γενικότητα, των τότε λεκτικών διανθισμάτων και δια το αντικείμενο τούτου, ατυχώς, εδέχθησαν ρύπους και έσυρον της αποδοκιμασίας την κατακραυγήν! Και το συμπέρασμα είναι ότι κλοπαί διεπράχθησαν και φθοραί διακεκριμένοι εις βάρος της περιουσίας του Πολυτεχνείου προεκλήθησαν, υπό προσώπων μη συνδεομένων προς τον σπουδαστικόν κόσμον. Ως προς το ύψος ήδη της ούτω προξενηθείσης εις βάρος του Πολυτεχνείου ζημίας βεβαιούται ότι ανέρχεται εις το ποσόν του 1.268.153 (οράτε τα υπ' αρθ. Ε.Π. 804 / 74 έγγραφον του Πρυτάνεως μετά της συνημμένης αυτώ επισήμου εκθέσεως εκτιμήσεως).
III. ΝΟΜΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΘΕΝΤΩΝ
Α' ΑΞΙΟΠΟΙΝΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ:
Τα εκτεθέντα πραγματικά περιστατικά, αναγόμενα ήδη εις την του προσήκοντος κανόνος δικαίου εφαρμογήν, στοιχειοθετούν, κατά τη γνώμην ημών, τας ακολούθως αξιοποίνους πράξεις:
1. Ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως εν συρροή (αρ. 94 παρ. 1 και 299 παρ. 1 Π.Κ.).
2. Απόπειρας ανθρωποκτονιών κατά συρροήν (αρ. 42.94 παρ. 1 και 299 παρ. 1 Π.Κ.).
3. Επικίνδυνους σωματικάς βλάβας κατά συρροήν (αρ. 94 παρ. 1, 308 και 309 Π.Κ.).
4. Παρανόμους κατακρατήσεις (αρ. 325 Π.Κ.).
5. Φθοράς πραγμάτων χρησιμευόντων εις κοινόν όφελος (αρ. 381 παρ. 1 και 382 εδ. α' Π.Κ.).
6. Πρόκλησιν εις τέλεσιν κακουργήματος ή πλημμελήματος (αρ. 186 Π.Κ.).
7. Συμμετοχή εις τας πράξεις ταύτας (ως ηθικής αυτουργίας ή συνεργείας - αρ. 46 και 47 Π.Κ.).
8. Παράνομον οπλοφορίαν (αρ. 1 και 6 παρ. παρ. 1 και 3 Ν.Δ. 542 / 80).
9. Απειλάς (αρ. 333 Π.Κ.) και
10. Βλασφημίας (αρ. 198 παρ. 1 Π.Κ.).
Β. ΑΜΝΗΣΤΙΑ εκ του Π.Δ. 519 / 74 και αι ανωτέρω πράξεις:
Κατά την εν αρχή της παρούσης μνημονευομένην παραγγελίαν η ερευνά μου θα έδει να περιορισθή εις μονάς τας πράξεις, τας μη εμπίπτουσας εις την δια του ως είρηται Π.Δ/τος χορηγηθείσαν αμνηστίαν. ο προσδιορισμός όμως των υπό της αμνηστίας καλυπτομένων πράξεων και η χάραξις της ορθής περαιτέρω πορείας έρευνης, θέτει προ ημών σοβαρόν ερμηνευτικόν πρόβλημα, η αντιμετώπισις του οποίου παρίσταται αναγκαία, επί τω τέλει διαμορφώσεως υπευθύνου γνώμης. Είναι αληθές ότι το γράμμα του ως είρηται νόμου παρέχει απόψεις ευχερείς υπέρ της παραδοχής της αμνηστεύσεως και δια τας ως είρηται πράξεις. Και ίδιου αύται:
1. Η διατύπωσις της διατάξεως είναι σαφής και ευρύτατον το χαραχθέν περίγραμμα των εις την αμνήστευσιν υπαγομένων αδικημάτων. Αμνηστεύονται ούτω «τα καθ' οιονδήποτε τρόπον τελεσθέντα μέχρι και της δημοσιεύσεως του παρόντος εγκλήματα, τα προβλεπόμενα και τιμωρούμενα υπό των διατάξεων του Π. Κωδικός ως και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή, εφ' όσον πάντα ταύτα έχουν σχέσιν προς την κατάστασιν την δημιουργηθείσαν από της 21ης Απριλίου 1967». Είναι εμφανές ότι το προκύπτον εντεύθεν εννοιολογικόν πλαίσιον καλύπτει και τας περί ων πρόκειται, ανωτέρω δε προσδιορισθείσας, αξιοποίνους πράξεις (εγκλήματα... τα προς αυτά συναπτόμενα η συναφή... σχέσιν έχοντα προς την δημιουργηθείσαν από της 21ης Απριλίου 1967 κατάστασιν).
2. Η αντιπαραβολή και η σύγκρισις του παρόντος νομοθετήματος προς το αποτέλεσαν πρότυπον αυτού Ν.Δ. 168/73 πρόσθεταν υπέρ της γνώμης ταύτης παρέχει επιχείρημα. Διότι ενώ το Ν.Δ. 168 / 73 χαρακτηρίζει ως αμνηστευόμενα τα προεκτεθέντα αδικήματα μόνον αν «έτειναν ή οπωσδήποτε απόλβεπον εις την ανατροπήν της καθεστηκυίας τάξεως» κατά τη διατύπωσιν του περί ου πρόκειται Π .Δ. 519 / 74 απηλειωθη η τελευταία αυτή περικοπή. Και η απάλειψις δεν δύναται να θεωρηθή συμπτωματική και τυχαία, διαφυγούσα κατά την τεχνικήν διατύπωσιν του νομοθετήματος, καθ' όσον ευθύς αμέσως ολόκληρος χρησιμοποιείται κατά τον προσδιορισμόν των εις αμνήστευσιν υπαγομένων και προ της 21 Απριλίου 1967 τελεσθεισών αξιοποίνων πράξεων, ως ακολούθως: «Ομοίως, αμνηστεύονται τα αυτά ως άνω εγκλήματα τελεσθέντα προς της 21ης Απριλίου 1967 και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή εφ' όσον οπωσδήποτε απέβλεπαν προς την ανατροπήν της καθεστηκυίας τάξεως».
Και η ταύτη απάλειψις ολοκλήρου περικοπής, προσδιοριστικής της εννοίας και του είδους του αμνηστευομένου εγκλήματος δεν καθιστά τόσον πρόδηλον το υποστηριχθέν ότι «το περί ου πρόκειται Π.Δ. αφορά περιοριστικώς και μόνον τας εναντίον του κρατούντος μέχρι του Ιουλίου 1974 καθεστώτος πράξεις». Αλλά περί των εγκλημάτων τούτων ουδέν τίθεται θέμα δι' ο και δεν απετέλεσαν αντικείμενον της παρούσης ερεύνης.
3. Το περιεχόμενον του υπ' αριθ. 106/73 Ν.Δ/τος πλήρως προς το υπ' αριθ. 168 / 73 εναρμονιζόμενον, καλύπτει δια της υπ' αυτού καθιερουμένης παραγραφής τας πράξεις των οργάνων της πολιτείας, εφ' όσον αύται εξηρούντο της δια του Ν.Δ. 168 / 73 χορηγούμενης αμνηστίας. Παρόμοιον όμως μέτρον δεν ηκολούθησε το Π.Δ. 519 / 74. Και ευλόγως ερωτάται: Διατί; Διότι η απάλειψις της εκτεθείσης περικοπής κατέστησε περιττήν την τοιαύτην πρόβλεψιν, ή διότι παρόμοιον μέτρον εκείτο εκτός της βουλήσεως του νομοθέτου. Κατά το αρ. 52 παρ. 3 του δια της υπ' αριθ. 1 / 74 συντακτικής πράξεως επαναφερθέντες εν ισχύι Συντάγματος του 1952 αμνησία χορηγείται μόνον επί πολιτικών εγκλημάτων.
Και ως τοιαύτα νοούνται μόνον αι κατά της πολιτείας απευθυνόμενοι και προσβάλλουσαι δικαιώματα αυτής, εις ανατροπήν δε ή αλλοίωσιν της εν αυτή καθεστώσης κατά το ισχύον πολίτευμα πολιτικής τάξεως τείνουσαι πράξεις (Α.Π. 238 / 30, 648 /_46, 457 / 47, 237 και 311 / 50, εν Θεμ. ΜΑ' σελ. 607, ΝΣΤ σελ. 360, ΝΗ' σελ. 342, ΞΑ' σελ. 738 και 904 και 228 54 Π. Χρ. ΙΔ' σελ. 410). Δεν συγκαταλέγονται συνεπώς μεταξύ των εγκλημάτων τούτων και τα περί ων πρόκειται των κοινών ανθρωποκτονιών, τετελεσμένων και εν απόπειρα, των σωματικών βλαβών, των διακεκριμένων φθορών κ.λπ. Παραδοχήν της αντιθέτου απόψεως οδηγεί αναποτρέπτως εις ανεπίτρεπτον διεύρυνσιν της παραδεδεγμένης εννοίας του πολιτικού εγκλήματος δια του χαρακτηρισμού ως τοιούτων και των κοινών δολοφονιών!
Εν προκειμένω όμως τίθεται πρόσθεταν ερμηνευτικόν πρόβλημα: το εξής: Πολιτικά μόνον εγκλήματα αμνηστεύονται. Και εδηλώθη ότι το Π.Δ. 519 / 74 αφορά μόνον και περιοριστικώς τας εναντίον του δικτατορικού καθεστώτος πράξεις. Τούτων δοθέντων ερωτάται: τι προσδιορίζουν εννοιολογικώς, ως προς το πολιτικόν πάντοτε έγκλημα, αι φράσεις του Π.Δ. «και τα προς αυτά συναπτόμενα ή συναφή»; Αι πράξεις των οργάνων της πολιτείας κατά την εποχήν ταύτην, αι στρεφόμενοι κατά των πολιτικών δρώντων - εν τη εκτεθείση έννοια - ατόμων δεν είναι συναφείς προς τα τοιαύτας των καθ' ων τα όργανα στρέφονται, εφ' όσον Εγκλήματα συναφή θεωρούνται, κατ' άρθρον 129 ΚΠΔ πλην άλλων και «όσα πράττονται υπό πολλών κατ' αλλήλων, είτε συγχρόνως, είτε εις διαφόρους τόπους και χρόνους»; Και εξ ετέρου ποία η έννοια των εν προκειμένω με τα βασικά πολιτικά εγκλήματα «συναπτομένων» τοιούτων; Η επί των ανωτέρω ερωτημάτων γνώμη ημών είναι η ακόλουθος: Δέον να γίνη απαραιτήτως διάκρισις μεταξύ πολιτικών και κοινών εγκλημάτων. Και η διάκρισις αύτη συνάγεται εκ της φύσεως του προσβαλλόμενου δικαίου κατά την πραγμάτωσιν εκατέρου τούτων, εκ των ωθούντων τον δράστην και κατευθυνόντων την εγκληματικήν βούλησίν του ελατηρίων και εκ του επιδιωκομένου σκοπού. Υφίσταται βεβαίως έννοια συναφής εις τον χώρον του πολιτικού αδικήματος, αλλά αύτη αναφέρεται εις το αδίκημα το καθ' εαυτό μεν εις το κοινόν δίκαιον υπαγόμενον μετά τίνος όμως πολιτικού αδικήματος συνδεόμενον.
Και ως τοιαύτη σύνδεσις νοείται μόνον η χρησιμοποίησις των κοινών εγκλημάτων ως μέσου πραγματώσεως καθαρώς πολιτικού αδικήματος. Εκ των εκτεθέντων αβιάστως προκύπτει ότι, παρά την εκ πρώτης όψεως ευμενή γραμματικήν ερμηνείαν του νόμου, τα περί ων πρόκειται εγκλήματα των οργάνων της τότε κρατούσης πολιτειακής τάξεως δεν υπάγονται εις την δια του Π.Δ. 519 / 74 χορηγηθείσαν αμνηοτίαν. Προσθετέον τέλος ότι τα εγκλήματα ταύτα ούτε ως σύνθετα ή μικτά πολιτικά εγκλήματα δύνανται να θεωρηθούν. Σύνθετον πολιτικόν έγκλημα υφίσταται όταν δια της εγκληματικής δράσεως προσβάλλεται ή τε Πολιτεία και ιδιωτικά δικαιώματα και υφίσταται τοιαύτη προς άλληλα σχέσις, ώστε η επερχόμενη κατ' ιδιώτου προσβολή να έχη ως άμεσον αποτέλεσμα την προπαρασκευήν, την διευκόλυνσιν και την επιτυχίαν εγκλήματος πολιτικού. Αλλά το τοιούτον υφίσταται μόνον εις τα πλαίσια της αυτής και ενιαίας εγκληματικής δράσεως, ουχί δε και εις την αντίρροπον τοιαύτην. Ούτω τα κατά του τότε δικτατορικού καθεστώτος στρεφόμενα εγκλήματα των πολιτικώς δρώντων ατόμων προσέβαλλαν ου μόνον την τότε κρατούσαν πολιτειακήν τάξιν αλλά και ιδιωτικά δικαιώματα (καταστροφαί περιουσιακών στοιχείων, κ.λπ.). Εν προκειμένω όμως πρόκειται περί πράξεων των οργάνων της πολιτείας. Και είναι λογικώς απαράδεκτον και νομικώς αοτηρικτον να θεωρήσωμεν ότι είτε τα ελατήρια (υποκειμενική θεωρία), είτε η κατεύθυνσις της εγκληματικής βουλήσεως (αντικειμενική θεωρία) των οργάνων τούτων - ενεργούντων, σημειωθήτω, προς προάσπισιν και ουχί προς κατάλυσιν της καθεστηκυίας τάξεως - ήσαν πολιτικά! Ήσαν τουναντίον καθαρώς εγκληματικά! Υφ' οιανδήποτε όθεν εκδοχήν τα περί ων πρόκειται και ερευνώμενα ώδε εγκλήματα, δεν αμνηστεύονται. Θα ήτο και αδιανόητον άλλωστε το τοιούτον, εν όψει του είδους και της βαρύτητας των εγκλημάτων τούτων, των συνθηκών της θεσμοθετήσεως της αμνηστεύσεως, του αιτίου και του σκοπού του νομοθετήματος.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More