28 Σεπ 2014

ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΠΑΙΔΕΙΑΣ


Του Γιώργου Κ. Καββαδία*
Για την υποχρηματοδότηση της δημόσιας εκπαίδευσης και την εξαθλίωση των εκπαιδευτικών δεν επαρκεί η δικαιολογία των μνημονίων και της οικονομικής κρίσης, αφού είναι μόνιμη και διαρκής, άρρηκτα συνδεδεμένη με την επιχείρηση κατεδάφισής της. Πολύ περισσότερο αποκαλυπτική είναι η εκπαιδευτική πολιτική της συγκυβέρνησης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ με στόχο τον πνευματικό ευνουχισμό της νέας γενιάς. Τα πρωτοφανή ποσοστά σχολικής αποτυχίας στην Α’ Λυκείου, το ακόμα πιο σκληρό  εξεταστικό σύστημα και η συνολική αποδόμηση του περιεχομένου σπουδών, διαμορφώνουν ένα νέο μοντέλο εκπαίδευσης ακόμα πιο ταξικό για “λίγους και εκλεκτούς”, που απορρίπτει τη νέα γενιά και την εκδιώκει προς την άτυπη εκπαίδευση, τη μαθητεία, τη μαύρη εργασία.

Γενικότερα η εξετασιομανία που διαπερνά το εκπαιδευτικό σύστημα αποτελεί τη νεκρολογία της επαφής των μαθητών με την ουσία της γνώσης. Οι εξετάσεις γίνονται εργαλεία που μετατρέπουν τη διαδικασία της μόρφωσης σε εξάσκηση για το κυνήγι «χρήσιμων γνώσεων» που αποφέρουν βαθμούς Σημασία έχει η παροχή «συνταγών επιτυχίας» για τη συλλογή μορίων. Οι μαθητές «μαθαίνουν» τις σχολικές γνώσεις, αρκετοί περνούν με επιτυχία τις εξετάσεις, αλλά δεν τις κατανοούν. Δεν μπορούν να συνδέσουν τις επιμέρους γνώσεις από τα διάφορα μαθήματα προκειμένου να ερμηνεύσουν τον κόσμο στον οποίο ζουν.
Παράλληλα, να τονίσουμε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι τα τεστ τύπου πολλαπλής επιλογής προάγουν την κριτική σκέψη και άλλες συναφείς δραστηριότητες, καθώς δέχονται σοβαρές αμφισβητήσεις. Τι αλήθεια μπορεί να προκύψει για την αξιολόγηση της επίδοσης του μαθητή, αν επιτύχει να κυκλώσει σωστά το τάδε γράμμα ή να βάλλει ένα σταυρό στη θέση του «σωστού» ή του «λάθους»; Τι σχέση έχει με κριτική επεξεργασία μια άσκηση όπου ο μαθητής καλείται να συμπληρώσει τα κενά της φράσεως με τις κατάλληλες λέξεις; Μήπως η αντιστοίχηση των ονομάτων των συγγραφέων μιας στήλης με τους τίτλους των έργων της απέναντι πιστοποιεί κριτική οξύνοια;

Τα νέα βιβλία πέρα από την  ιδεολογική μονομέρεια, την αντιεπιστημονική προσέγγιση της πραγματικότητας, θρυμματίζουν τις γνώσεις με αποτέλεσμα να χάνεται η σχέση αιτίας και αποτελέσματος καθώς και κάθε νόημα σε τέτοιο βαθμό που οδηγούν σε βιασμό της πνευματικής συγκρότησης. Σε αυτό συμβάλλει και η διάρθρωση της ύλης και τα ακριβοπληρωμένα, στους πρόθυμους γραφειοκράτες – σχολικούς συμβούλους και ημετέρους, προγράμματα σπουδών. Αυτοί οι πρόθυμοι αυλοκόλακες – «παιδαγωγοί» είναι ανοιχτή πληγή. Υπηρετούν τη μεταμοντέρνα αποδόμηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και τις πολιτικές που διαμορφώνουν το σχολείο των κάθε είδους δεξιοτήτων και προγραμμάτων για την παραγωγή αγραμμάτων .
Αν ρίξει κάποιος μια ματιά στα αναλυτικά προγράμματα και τα σχολικά βιβλία θα έρθει έκπληκτος με ένα αντιφατικό και δυσερμήνευτο φαινόμενο. Τα βιβλία είναι «γεμάτα» γνώσεις, αγγίζουν όλο και πιο πολλές και όλο και πιο σύγχρονες πλευρές της επιστήμης και του πολιτισμού και όμως οι μαθητές που μορφώνονται από αυτά τα βιβλία δεν μπορούν να σκεφθούν κριτικά.
Μπορεί οι «σοφοί» αυλοκόλακες του ΥΠΑΙΘ να διακηρύσσουν ότι «το Λύκειο γίνεται βαθμίδα απόκτησης στέρεης γενικής παιδείας», αλλά η αλήθεια είναι διαφορετική. Η γενική – ανθρωπιστική εκπαίδευση και ως έννοια χρησιμοποιείται όλο και λιγότερο και ανασημασιοδοτείται, ώστε μαζί με την κατάρτιση να αποτελούν εργαλεία στην υπηρεσία της οικονομίας. Οι επίσημες διακηρύξεις αναφέρονται στη «βελτίωση των ικανοτήτων για τον 21ο αιώνα», για ένα «εκπαιδευτικό σύστημα ανταγωνιστικό στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης… ». Το σχολείο και οι σχολές προορίζονται να τροφοδοτούν την αγορά με εξειδικευμένο προσωπικό το οποίο, κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής του ζωής, θα μπορεί να επανακαταρίζεται διαδοχικά σε δεξιότητες που, κατά περίπτωση, θα επιζητούν οι επιχειρήσεις. Οι δεξιότητες που προσφέρει μια κατάρτιση δίχως ενιαία και ολόπλευρη μόρφωση, απαξιώνονται γρήγορα, από την εξέλιξη και μόνο της τεχνολογίας. Επιδιώκεται έτσι να διαμορφωθεί ένας τύπος ανθρώπου και, κυρίως, εργαζομένου που πρέπει να είναι ευέλικτος και προσαρμόσιμος στις αλλαγές στην αγορά εργασίας και κυρίως παραγωγικός και πειθήνιος.

Για αυτό και για τους εξόριστους του λυκείου δημιουργούνται με το νόμο 4186, οι ΣΕΚ (Σχολές Επαγγελματικής Κατάρτισης). Πρόκειται για μεταγυμνασιακά ΙΕΚ. Τα περισσότερα απ’ αυτά θα είναι ιδιωτικά, αφού οι σχολάρχες των ΙΕΚ θα μπορούν να τα ιδρύουν σχεδόν αυτοδίκαια. Έτσι κι αλλιώς οι ΣΕΚ θ’ ανήκουν στην «μη τυπική εκπαίδευση», δηλαδή στον Οργανισμό Δια Βίου Μάθησης που απλώς εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Στις ΣΕΚ λοιπόν θα υπάρχει πρόωρη κατάρτιση και μαθητεία (ουσιαστικά απλήρωτη εργασία σε επιχειρήσεις). Οι δεκαπεντάχρονοι μαθητές πρέπει να πάρουν στενή ειδίκευση και κατάρτιση και κυρίως να δουλεύουν χωρίς πολλές απαιτήσεις. Χρειάζεται να εξοικειωθούν με τη μελλοντική «εργασία» των 400 ευρώ, για την οποία δε χρειάζονται ούτε ολοκληρωμένες προσωπικότητες ούτε αμφισβητήσεις του συστήματος εκμετάλλευσης.
Αυτές οι κατευθύνσεις έχουν χαραχθεί από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 από την ΕΕ. Η πολιτική της κυβέρνησης, όπως υπαγορεύεται από ΕΕ και ΔΝΤ και αποτυπώνεται στις περιβόητες εκθέσεις και πορίσματα του ΟΟΣΑ έχει ως άξονα: μόρφωση για τους λίγους – κατάρτιση για τους πολλούς! Η γνώση από κοινωνικό αγαθό και δικαίωμα μετατρέπεται σε εμπόρευμα και ατομική δυνατότητα, σ’ ένα σχολείο επιλεκτικό και υποταγμένο στους νόμους της αγοράς. Αυτό ήταν το δόγμα της «μεταρρύθμισης» Γ. Αρσένη, το 1999, αυτό υλοποιείται και σήμερα από τη δικομματική συγκυβέρνηση και μάλιστα με καλύτερους όρους υπέρ των εμπόρων της γνώσης.
Γι’ αυτό είναι αναγκαία η ανάπτυξη ενός ευρύτατου μορφωτικού- πολιτιστικού κινήματος που να εναντιώνεται στην εκπαίδευση της αγοράς και των επιχειρήσεων, μιας εκπαίδευσης που προκρίνει στη θέση της μόρφωσης και της ολοκληρωμένης γνώσης την εκμάθηση δεξιοτήτων, τη συσσώρευση πληροφοριών και ασπόνδυλες γνώσεις. Ένα κίνημα που θα υπερασπίζεται τη γνώση ως κοινωνικό αγαθό και δικαίωμα όλων. Συνάμα, το αίτημα για την κατοχύρωση του δικαιώματος στη μόρφωση για όλους πρέπει να προβάλλεται μαζί με το δικαίωμα στην εργασία για όλους.
Σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε έχουμε ανάγκη από ένα σχολείο που να αγκαλιάζει όλα τα παιδιά χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις, όπου πρωταρχική σημασία έχει ο πνευματικός εξοπλισμός των μαθητών, η καλλιέργεια «ελεύθερων και δημοκρατικών πολιτών», έτσι ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν κριτικά την κοινωνία με την ενεργή συμμετοχή τους και παρέμβαση σ ΄ όλα τα επίπεδα της κοινωνικής δραστηριότητας.

  • Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος, μέλος της ΣΕ του περιοδικού «Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης» και αρθρογράφος στο «ΕΘΝΟΣ»

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Share

Facebook Digg Stumbleupon Favorites More